2017/11/04

ΜΝΗΜΗ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΚΑΙ ΗΧΗΡΟΝ ΣΑΛΠΙΣΜΑ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ

Ο Πανιερώτατος Πρωθιέραρχης της Εκκλησίας Γ.Ο.Χ. Ελλάδος, Μητροπολίτης Θηβών κ.κ. Χρυσόστομος, μη παύων να αγωνιά για το λογικό Ποίμνιο του Χριστού, εξέδωσε απαντητικό βιβλίο σε δύο συκοφαντικά φυλλάδια με αιρετικές (Χριστολογικές και Εκκλησιολογικές) κακοδοξίες ενός υπερήλικου, ακοινώνητου Ιερομονάχου. Ο Ιερομόναχος, που σήμερα είναι απομονωμένος, είχε ακολουθήσει τον πρώην Επίσκοπο Θεσσαλονίκης κ. Χρυσόστομο (Μητρόπουλο) στην αποσχισή του το 2002. Αιτία της αποκοπής του ήταν οι εκκλησιολογικές και χριστολογικές πλάνες του οι οποίες δημοσιεύτηκαν αυτοβούλως στον Ημεροδείκτη του 1999. Ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος (Μητρόπουλος) υπέγραψε στις 8-2-2002 (Εκκλ. ημ.) Ομολογία Πίστεως με την οποία ανακαλούσε τις αστοχίες του και παρέμενε Κανονικό και Ορθόδοξο μέλος της Ιεράς Συνόδου εν ελευθερία επί μήνες. Δυστυχώς, έργοις και λόγοις, αναίρεσε την Ομολογία του που οδήγησε στην αποκοπή του από την Ιερά Σύνοδο και στην μη συμμετοχή του στις χειροτονίες των εψηφισμένων νέων Αρχιερέων που επακολούθησαν. Η Ιερά Σύνοδος, ως τώρα, μακροθυμεί και δεν επέβαλλε το επιτίμιο της καθαιρέσεως στον κ. Χρυσόστομο. 
Προσευχόμαστε εν αγάπη για τις λίγες δεκάδες λαϊκών χριστιανών, τον ιερέα π. Νικόλαο (Ζαρδούκα) και τον προαναφερθέντα π. Ευθύμιο (Επιφανίου) ως και βεβαίως τον αγαπητό πρώην Επίσκοπο κ. Χρυσόστομο να επιστρέψουν εν αγάπη και Αληθεία στην Ομολογία που διασφάλιζε την πνευματική μας ενότητα εν τη Εκκλησία, την οποία δημοσιεύουμε από το βιβλίο του Αγίου Θηβών.
Όσοι επιθυμούν να αποκτήσουν το ενδιαφέρον αυτό θεολογικό βιβλίο, ας επικοινωνήσουν με την εκδίδουσα Ιερά Μονή Οσίων Αγιορετών Πατέρων Πανάκτου Βοιωτίας (τηλ.: 22630. 51. 602). 

ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ Η' ΘΑΝΑΤΟΣ

ΔΗΛΩΣΙΣ ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ ΠΙΣΤΕΩΣ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ  ΤΩΝ Γ.Ο.Χ. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ κ.κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ 
ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΓΙΑΝ ΚΑΙ ΙΕΡΑΝ ΣΥΝΟΔΟΝ ΤΩΝ ΓΝΗΣΙΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ 
ΕΙΣ ΑΘΗΝΑΣ  (ΟΔΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ 22 ΡΟΥΦ)

Άγιοι Αρχιερείς,
Είναι θεσμοθεσία εκκλησιαστική, όπως εις περιπτώσεις κατά τις οποίες ταράζεται η Εκκλησία υπό σκανδάλων και ερίδων προερχομένων εξ εμφανίσεως αιρέσεως τινός, οι κατηγορηθέντες ως φορείς αυτής και κατά την περίπτωση που είναι αθώοι, να ομολογούν εγγράφως το φρόνημα των, σχετικά με την εμφανισθείσαν αίρεσιν, και να την αναθεματίζουν, εφ' όσον δεν την αποδέχονται, ώστε να εξαλείφεται πάσα κατηγορία και υποψία κατ' αυτών, και παράλληλα να επέρχεται η ειρήνη εις την Εκκλησίαν.

Όθεν και εγώ ο Χρυσόστομος Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης επειδή κατηγορήθηκα δια την εκ μέρους μου συγγραφή Οικουμενιστικής Εκκλησιολογίας η οποία δημοσιεύτηκε εις τον Ημεροδείκτην της Εκκλησίας των Γ.Ο.Χ., του έτους 1999, ταύτην την παρούσαν έγγραφον ομολογίαν ποιούμαι και προσάγω υμίν. Εν αυτώ δε και συγγνώμην αιτούμαι παρά Θεού και παρ' υμών δια παν ό,τι εκ λανθασμένης αντιλήψεως ή εκ προχείρου μελέτης μου επί του θέματος ή εξ ασαφούς φραστικής διατυπώσεως επί λεπτών σημείων, που άπτονται του δυσκολότατου σε διατύπωση και κατανόηση εκκλησιολογικού θέματος και ούτως υπέπεσα σε λανθασμένες διατυπώσεις, δίνοντας την εντύπωση του αρνητού της Ορθοδόξου ομολογίας (ενώ χάριτι Θεού δεν είμαι).

Εν πρώτοις δηλώνω υμίν ότι δεν ήτο πρόθεσις μου να γραφή οτιδήποτε είναι αντίθετο με το πνεύμα και την Παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Δια τούτο και οτιδήποτε έρχεται αμέσως ή εμμέσως εις αντίθεσιν με την Ορθόδοξον διδασκαλίαν το αποκηρύττω, το ανακαλώ και το αναθεματίζω εξ όλης ψυχής και διανοίας.

Είναι γεγονός ότι τις βασικώτερες θεολογικές θέσεις επί των οποίων στηρίζεται το "εκκλησιολογικόν εγκόλπιον" του εν λόγω Ημεροδείκτου, έλαβα από διάφορα συγγράμματα νεοημερολογιτών- οικουμενιστών. Τούτο όμως πόρρω απέχει εκ του ότι ενήργησα συνειδητά δια την είσοδον εις την Εκκλησίαν κακοδόξου διδασκαλίας ή ότι υιοθετώ αυτήν ή ότι αγνόησα τους σχετικούς Ιερούς Κανόνες.

Πάν ο,τι προέκυψε οφείλεται εις την μη υπάρχουσα εις εμέ άνεσην και ο απαιτούμενος χρόνος, διά την βαθυτέραν μελέτη τοιούτων συγγραμάτων, ατίνα, ως και ο ίδιος εκ των υστέρων διαπιστώνω, περιέχουν θέσεις οι οποίες καίτοι συνοδεύονται από αγιοπατερικές ρήσεις, ε τούτοις δεν είναι ορθές.

Όθεν ομολογώ ότι πιστεύω εις "Μίαν, Αγίαν Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν" (όπως αναφέρεται εις τον Ημεροδείκτην) η οποία τελεί το "εν Βάπτισμα εις άφεσιν αμαρτιών" και είναι η μόνη που παρέχει την σωτηρίαν εις το γένος των ανθρώπων. Αναθεματίζω δε πάσαν διατύπωσιν και θεωρίαν κατά την οποίαν αυτή η Μία Εκκλησία του Χριστού θεωρείται ως αϊδίως προϋπάρχουσα επειδή προαιωνίως είχεν ο Θεός εν τω νωί και τη βουλήσει Αυτού το σχέδιον και την βουλήν περί Εκκλησίας. Επίσης και την θεωρία ότι η Εκκλησία του Χριστούπροϋπήρχεν πάντοτε εις τον συνάναρχον και ανάρχως προϋπάρχοντα αιώνιον Λόγον. Αποκηρύσσω ταύτα καθότι τα ευρισκόμενα απ' αρχής εις την βουλήν του Θεού και εν συνεχεία γενόμενα δεν είναι άναρχα.

Αποκηρύττω και αναθεματίζω την πλάνην κατά την οποίαν η Εκκλησία είναι θεοϋπόστατος ότι δηλαδή η φύσις αυτής είναι θεϊκή και ότι προϋπήρχε εξ αϊδίου ως πνευματική Εκκλησία μέσα στην Αγία Τριάδα. Ταύτα πάντα απάδουν προς την Ορθόδοξον διδασκαλίαν η οποία κηρύττει δια του Ι. Χρυσοστόμου ότι εκ της πλευράς του Θεανθρώπου, "εξήλθεν αίμα και ύδωρ και εξ' εκείνου του αίματος και του ύδατος η Εκκλησία άπασα συνέστηκε". Και "καθάπερ του Αδάμ καθεύδοντος η γυνή κατασκευάζετο (χωρίς να προϋπάρχει) ούτω του Χριστού αποθανόντος η Εκκλησία (της χάριτος, της οποίας είναι κεφαλή ο Χριστός) διεπλάττετο εκ της πλευράς  Αυτού (Ε.Π.Ε. 27ος 168). Κηρύττω λοιπόν και ομολογώ την Εκκλησία ως θεανθρώπινο καθίδρυμα και όχι θεοϋπόστατον όπως αναφέρεται και εις τον ημεροδείκτην.

Τέλος αποκηρύττω ως αδόκιμες τις φράσεις του Ημεροδείκτου κατά τις οποίες: χάριν της Εκκλησίας έλαβεν ύπαρξην, ζωήν και νόημα ο παρόν κόσμος (σελ. 36). Η Εκκλησία ουκ έστι εκ του κόσμου τούτου (σελ. 41), ως λέγουν οι οικουμενιστές παρερμηνεύοντες το (κατά) Ιωάννη ΙΗ' 36. Ότι εις την Πεντηκοστήν έγινε η επανένωσις Θεού με τας ψυχάς (σελ. 46) ως περιέχον ανακρίβειαν και ασάφειαν (χωρίς όμως κακήν πρόθεσιν) και δύναται να συνηγορήσει υπέρ αιρέσεων. Ότι ο Χριστός δεν άφησε διαδόχους (σελ. 79). Ότι θριαμβεύουσα Εκκλησία η ψυχή της στρατευομένης (σελ. 120) καίτι τονίζεται εις τον Ημεροδείκτην η ορατή Εκκλησία του Χριστού παρά ταύτα δύναται να ενισχύσει την αίρεση των Προτεσταντών οι οποίοι υπερεξαίρουν, σκοπίμως την αόρατον Εκκλησία. Ότι η Καθολική Εκκλησία είναι το κριτήριον της Ορθοδοξίας και όχι η Ορθοδοξία της Καθολικής Εκκλησίας (σελ. 75), ενώ εγράφη με την έννοιαν ότι η Εκκλησία και η Ορθοδοξία είναι αδιασπάστως ηνωμένες και προϋποθέτει η μία την άλλη.

Προπάντως αποκηρύττω ως αδόκιμον, τολμηράν και συνάδουσα με αιρέσεις την διατύπωσιν ότι: η ενότης της Εκκλησίας έχει ως βάσιν την αδιάσπαστον ενότητα η οποία υπάρχει εις την τρισυπόστατατον Θεότητα, την Παναγίαν Τριάδαν. Εις αυτήν την ενότητα ο Χριστός θέλων να συμπεριλάβη και τον άνθρωπον εύχεται "ίνα πάντες εν ώσιν, καθώς συ, Πάτερ, εν εμοί καγώ εν σοι, ίνα και αυτοί εν ημίν ώσιν" (σελ. 66) αποκηρύττω τούτο ως αδόκιμον καθότι η ένωσις των πιστών μετά του Θεού γίνεται κατά χάρη και όχι κατ' ουσία, που είναι ηνωμένα τα τρία πρόσωπα της μίας Θεότητος. Άλλωστε τούτο αναφέρεται και εις άλλον σημείον του Ημεροδείκτου.

Ομολογώ δε και συγκατατίθεμαι εξ όλης καρδίας ψυχής και διανοίας αποφαίνομαι υπέρ άπασης της "άπαξ παραδοθείσης τοις Αγίοις Πίστεως" της Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού (Ιούδα 3).

Αι  ευχαί όλων σας να με στηρίζουν και να με φωτίζουν πάντοτε.
Ο εν Επισκόποις ελάχιστος και εν Χριστώ υμών αδελφός και συλλειτουργός.


Εν Αθήναις τη 8η Φεβρουαρίου 2002

Ο Μητροπολίτης των Γ.Ο.Χ. Θεσσαλονίκης  Χρυσόστομος