2013/02/23

Ο Μητροπολίτης Αττικής και Μεγαρίδος Μελέτιος




Κατά κόσμον Κωνσταντίνος Κωστάκης, γεννήθηκε το 1914 στα Μεσκλά Χανίων, από γονείς ευσεβείς, τον Δημήτριο και την Ευγενία. Τα εγκύκλια γράμματα παρακολούθησε στη γενέτειρά του. Το 1941, κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, σε ηλικία 27 ετών, εγκατέλειψε την οικογένειά του και ασπάστηκε τον μοναχικό βίο.  Αφιερώθηκε στην Ι. Μ. Μεταμ. Σωτήρος Κουβαρά Αττικής, υπό τον συμπατριώτη του Επίσκοπο Βρεσθένης Ματθαίο Α’ (+ 1950).
Ο Άγιος Πατήρ Ματθαίος, διαγνώσας τα προσόντα και τις αρετές του Κωνσταντίνου, τον προώθησε συντομότατα σε όλες τις βαθμίδες της μοναχικής πολιτείας και της Ιερωσύνης. Έτσι την 5. 5. 1941 χειροθετήθηκε Ρασοφόρος με το όνομα Μελέτιος, την 3. 11. 1941 χειροτονήθηκε Διάκονος, την 20. 11. 1941 χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος και την 15. 11. 1944 χειροθετήθηκε Μεγαλόσχημος Μοναχός.
Υπηρέτησε σε πολλές ενορίες της Εκκλησίας σε όλη την Ελλάδα. Το 1952, κατά την δεύτερη ανασυγκρότηση της Ιεράς Συνόδου, ψηφίστηκε Επίσκοπος για την Ιερά Μητρόπολη Αττικής και Μεγαρίδος. Χειροτονήθηκε την 17. 6. 1952 από τον τότε Πρόεδρο της Ιεράς Συνόδου Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Δημήτριο και τούς Αρχιερείς πρώην Πατρών Ανδρέα, Τρίκκης Βησσαρίωνα και Θηβών Ιωάννη.
Ποίμανε την επαρχία του με έδρα τον ιστορικό Ναό του Ευαγγελιστού Ματθαίου Μάνδρας. Όμως η υγεία του λόγω των κόπων και των μόχθων είχε καμφθεί και έτσι κοιμήθηκε ειρηνικά την 4η Απριλίου 1966, σε ηλικία μόλις 52 ετών, μετά από νοσηλεία σε κλινική του Πειραιώς. Η κηδεία του τελέστηκε την 6. 4. 1966 στην Ι. Μ. Παναγίας Κερατέας, προεξάρχοντος του πρώην Πατρών Ανδρέου, συμπαραστατουμένου υπό των Σεβ. Αρχιερέων Θεσσαλονίκης Δημητρίου, Κορινθίας Καλλίστου και Τρίκκης Βησσαρίωνος και 27 Ιερέων και Διακόνων. Τον επικήδειο εκφώνησε ο Πρωτοσύγκελλος Πρωθιερεύς Ευγένιος Τόμπρος. Ενταφιάστηκε στο Κοιμητήριο των Αρχιερέων, στο Παρεκκλήσιο του Αγίου Μόδεστου.
Πανήγυρις Κοιμ. Θεοτόκου του έτους 1960 (Ι. Μ. Παναγίας Κερατέας). Από εμπρός προς τα πίσω διακρίνονται ο Μακ. Αρχιεπισκόπος Αθηνών Αγαθάγγελος και οι Σεβ. Αρχιερείς πρώην Πατρών Ανδρέας,  Θεσσαλονίκης Δημήτριος,  Τρίκκης Βησσαρίων,  Αττικής Μελέτιος,  Θηβών Ιωάννης και + Βρεσθένης Ματθαὶος Β'.

 Από τον Εσπερινό της Αγάπης του έτους 1960 στην Ι. Μ. Παναγίας Κερατέας. Διακρίνονται από αριστερά προς τα δεξιά οι Σεβ. Αρχιερείς πρώην Πατρών Ανδρέας, Τρίκκης και Σταγών Βησσαρίων, Θηβών και Λεβαδείας Ιωάννης και Αττικής και Μεγαρίδος Μελέτιος.

 Από την κηδεία του μακαριστου Επισκόπου Μελετίου (1966). Διακρίνονται από αριστερά προς τα δεξιά οι Αρχιμανδρίτες Πέτρος Παπαϊωάννου,  Ιωνάς Μιχαηλίδης, Καθηγούμενος Λάζαρος Αθανασίου (έπειτα Επίσκοπος Βρεσθένης), Χρυσόστομος και Ιερομ. Ταράσιος Καραγκούνης.

2013/02/20

ΕΙΣ ΜΝΗΜΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΡΩΣΩΝ ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΩΝ

Το πλέον αξιόλογο συμβάν στην ρωσική εκκλησιαστική ιστορία του παρόντος αιώνος, είναι το μεγάλο σχίσμα μεταξύ του Πατριαρχείου Μόσχας (της «Σοβιετικής Εκκλησίας») και της Γνησίας Ορθοδόξου Εκκλησίας (της Εκκλησίας των Κατακομβών) το έτος 1927. Τα αίτια αυτού του σχίσματος ξεκινούν από τη Ρωσική Επανάσταση του 1917 και την Πανρωσική Σύνοδο (SOBOR) η οποία έγινε το 1917-1918.


Από το Νοέμβριο του 1917 άρχισε η Μπολσεβική καταδίωξη κατά της Εκκλησίας με την εκτέλεση των Ιερέων και λαϊκών, την καταστροφή ναών και μοναστηριών και την καταπάτηση των ιερών πραγμάτων. Τον Ιανουάριο του 1918, οι Μπολσεβίκοι επιχείρησαν να νομιμοποιήσουν αυτή την καταδίωξη με ένα νόμο σχετικό με το διαχωρισμό της Εκκλησίας και της Πολιτείας. Τον ίδιο μήνα ο Πατριάρχης Τύχων και η Ρωσική Σύνοδος αναθεμάτισαν τους Κομμουνιστές και όλους όσους συνεργάζονταν μαζί τους και ειδικότερα εκείνους οι οποίοι συνεργάσθηκαν στη δημοσίευση του ανωτέρου νόμου. Αυτοί καθόρισαν επίσης την μέρα κατά την οποία θα μνημονευόταν τα ονόματα όλων αυτών που μαρτύρησαν από τους κομμουνιστές, την 25η Ιανουαρίου ημέρα του Μαρτυρίου του Μητροπολίτου Βλαδίμηρου.

Το 1922 έγινε σχίσμα μεταξύ του Πατριαρχείου Μόσχας και της «Ζώσης Εκκλησίας», μιας μοντερνιστικής κίνησης που χρησιμοποιούσε το νέο ημερολόγιο, έγγαμους επισκόπους και άλλους νεωτερισμούς. Με την βοήθεια των Κομμουνιστών (τους οποίους οι σχισματικοί επαινούσαν) η κίνηση απέκτησε δύναμη και τον έλεγχο ενός μεγάλου μέρους της Εκκλησίας και συγκρότησε (ληστρική) Σύνοδο η οποία καταδίκασε τον Πατριάρχη Τύχωνα. Ο Τύχων φυλακίστηκε, αλλά μετά από διεθνή πίεση απελευθερώθηκε και την 15ην Ιουλίου 1923 αναθεμάτισε την «Ζώσα Εκκλησία» κηρύσσοντας τα μυστήρια της άκυρα. Οι Κομμουνιστές συνέχισαν να ενισχύουν να ενισχύουν την «Ζώσα» (παρασυναγωγή), αλλά μετά το ανάθεμα του Πατριάρχη Τύχωνα, η δύναμη της παρήκμασε σύντομα. Ο «πατριάρχης» Κωνσταντινουπόλεως ήταν σε κοινωνία με την «Ζώσα Εκκλησία» και όχι με το τότε Ορθόδοξο, Πατριαρχείο Μόσχας από το 1924 έως και το 1929.

Την 25η Μαρτίου του 1925 πέθανε ο Πατριάρχης Τύχων (δηλητηριάστηκε από τους Μπολσεβίκους). Προ του θανάτου του κατάλογο εκ τριών μητροπολιτών, ο πρώτος εκ των οποίων, (ο οποίος ήταν ελεύθερος) θα ασκούσε τα Πατριαρχικά καθήκοντα μέχρις ότου γίνει μια ελεύθερη εκλογή. Οι δύο άλλοι Μητροπολίτες ήταν στην εξορία κατά την στιγμή του θανάτου του Πατριάρχη και έτσι ο άλλος Μητροπολίτης ο Πέτρος του Κρούτισκ έγινε ο ηγέτης της Εκκλησίας.Οι Κομμουνιστές ζήτησαν από τον Πέτρο να υπογράψει μία προκήρυξη προς υπεράσπιση της κομμουνιστικής κυβέρνησης, αλλά αυτός αρνήθηκε και στάλθηκε στην εξορία όπου και απέθανε το έτος 1936.Τότε οι Κομμουνιστές επιχείρησαν να βρουν ένα Μητροπολίτη, ο οποίος θα έπραττε ό,τι ήθελαν, αλλά όλοι οι αντιπρόσωποι του Μητροπολίτη Πέτρου παρέμειναν σταθεροί και εξορίσθηκαν.

Εν τούτοις το 1927 ο Μητροπολίτης του Νιζνί-Νοβγκόροντ Σέργιος, ο οποίος ήταν πριν της «Ζώσης Εκκλησίας» (και κατόπιν μετανόησε), εξήλθε από τη φυλακή και υπέγραψε μία προκήρυξη στην οποία έγραφε ότι: «Οι χαρές της Σοβιετικής Πολιτείας είναι και της Εκκλησίας χαρές και οι λύπες της είναι και δικές της λύπες» και ότι ο λαός «πρέπει να χρωστά χάρη στους Κομμουνιστές δια τα όσα είχαν πράξει δια την Εκκλησία». Αυτός και η «πατριαρχική» του «Σύνοδος» εκ 12 επισκόπων, έστειλαν την προκήρυξη αυτή σε όλες τις ενορίες της Ρωσίας. Εν τούτοις το 90% των ενοριών επέστρεψε την προκήρυξη χωρίς απάντηση και ο Μητροπολίτης Πέτρος και οι περισσότεροι των Επισκόπων καταδίκασαν αυτή και είπαν ότι οι ενέργειες του Μητροπολίτου Σεργίου ήταν άκυρες.

Αμέσως η μυστική αστυνομία και η Σοβιετική Εκκλησία άρχισαν να καταδιώκουν κάθε έναν που αρνιόταν την κοινωνία μετά του Μητροπολίτου Σεργίου, ο οποίος είχε κηρυχθεί ως «Κανονική» Κεφαλή της Εκκλησίας. Έτσι η Αληθής Ορθόδοξος Εκκλησία της Ρωσίας, με ηγέτη τον Μητροπολίτη Πέτρο, «κατέβηκε» στις κατακόμβες.

Η δογματική θέση της Εκκλησίας των Κατακομβών είναι η ακόλουθη. Η Σοβιετική «εκκλησία» δια της κοινωνίας (και ενώσεως) με την Σοβιετική Πολιτεία, έχει πέσει υπό το ανάθεμα του 1918 εναντίον όλων των συνεργαζομένων με τους Κομμουνιστές. Είναι ως εκ τούτου μία σχισματική εκκλησία χωρίς μυστηριακή χάρη. Οι εχθροί της Εκκλησίας των κατακομβών λένε ότι χωρίσθηκε από την επίσημη Εκκλησία διά πολιτικούς λόγους και ότι ο Μητροπολίτης Σέργιος έσωσε την Εκκλησία με αυτήν τη συγκατάβαση του . Εν τούτοις η Εκκλησία των Κατακομβών απαντά ότι ο Χριστός και όχι ο Μητροπολίτης Σέργιος είναι ο Σωτήρας της Εκκλησίας και ότι σε θέματα ορθόδοξης Πίστης ουδεμία συγκατάβαση επιτρέπεται. Αυτός είναι ένας εκκλησιαστικός και όχι ένας καθαρός πολιτικός λόγος, διότι υπάρχει το εκκλησιαστικό ανάθεμα του 1918 και διότι ο κομμουνισμός έχει ως σκοπό την καταστροφή όλων των νόμιμων αρχών, πολιτικών και θρησκευτικών.

Ο αγώνας ο οποίος άρχισε το 1927 συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Ένας από τους πλέον σεβαστούς ομολογητές είναι ο Ιερομόναχος (ίσως επίσκοπος) Μιχαήλ Γιαρσώφ, ο οποίος έχει φυλακισθεί από το 1931 σε πολλές φυλακές της Σοβιετικής Ρωσίας, όχι για άλλο λόγο, αλλά διότι αρνείται να υπογράψει μία γραπτή αναγνώριση, ότι αποδέχεται το Πατριαρχείο Μόσχας ως Κανονικό. Αναφέρεται ότι έχει το δώρο της προφητείας και της θεραπείας των ασθενών και βρίσκεται σήμερα (1980) στην «ειδική ψυχιατρική κλινική» του Καζάν. Μακάρι το παράδειγμα του, της ακλόνητης αγάπης για το Χριστό εν μέσω φοβερής καταδίωξης, να εμπνεύσει όλους μας και είθε ο λόγος του της Εκκλησίας των Κατακομβών: «ου μη γαρ τοις εχθροίς σου το μυστήριον ειπώ» (δηλ. Δεν θα αποκαλύψω στους εχθρούς σου το Μυστήριο, εδώ της Αγίας του Χριστού Εκκλησίας.) να καθοδηγεί όλους τους Γ.Ο.Χ.
(Άρθρο του κ. Βλαδίμηρου Moss, "ΚΗΡΥΞ ΓΝΗΣΙΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ" (1980) 

2013/02/16

Ο Μητροπολίτης Θηβών και Λεβαδείας Ιωάννης


Κατά κόσμον Χαράλαμπος Μπαλτσάκης, γεννήθηκε το 1908 στη Φτέρη Σπερχειάδος, στην ευλαβέστατη οικογένεια του Ευαγγέλου και της Σταυρούλας Μπαλτσάκη, οι οποίοι ακούοντες τον λόγο του Κυρίου, «όστις θέλει οπίσω μου ελθείν απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι», ασπάσθηκαν τον μοναχικό βίο μαζί με πέντε από τα έξη παιδιά τους και οι μεν άνδρες μόνασαν στην Ι. Μ. Μεταμορφώσεως Σωτήρος Κουβαρά (ο πατέρας Ευάγγελος ως μοναχός Ευθύμιος και οι γιοί του Βασίλειος ως μοναχός Ισαάκιος, Χαράλαμπος ως μοναχός Ιωάννης – έπειτα Μητροπολίτης Θηβών και Λεβαδείας, Ιωάννης ως μοναχός Βησσαρίων – έπειτα Μητροπολίτης Τρίκκης και Σταγών, Δημήτριος ως μοναχός Φίλιππος Αγιορείτης και Αθανάσιος ως Αβράμιος - έπειτα Μητροπολίτης Θηβών και Λεβαδείας) και η μητέρα Ευαγγελία στην Ι. Μ. Παναγίας Κερατέας ως μοναχή Σοφία. 
Ο έπειτα Επίσκοπος Ιωάννης διακρίθηκε στη μονή της μετανοίας του για την ταπείνωσή του, την ολοπρόθυμο υπακοή, την πνευματικότητα και την ασκητικότητα. Για τον λόγο αυτό το έτος 1947 δέχθηκε την Ιερωσύνη δια των τιμίων χειρών του Αγίου Γέροντός του Επισκόπου Βρεσθένης Ματθαίου Α’ (έπειτα Αρχιεπισκόπου, + 1950).
Το έτος 1952, κατά την δεύτερη ανασυγκρότηση της Ιεράς Συνόδου, ο Ιερομόναχος Ιωάννης μετά από 5ετή ιερατική διακονία και εφημερία σε πολλές ανά την Ελλάδα ενορίες, εξελέγη Μητροπολίτης Θηβών και Λεβαδείας και χειροτονήθηκε την 3η Μαΐου του ιδίου έτους από τον τότε Πρόεδρο της Ιεράς Συνόδου Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης Δημήτριου και άλλους Αρχιερείς.
Ποίμανε την επαρχία του (ν. Βοιωτίας) με έδρα τον ιστορικό ναό των Αγίων Ταξιαρχών Θήβας, ιερουργών, κηρύττων, εξομολογών και κατηχών διαρκώς το ποίμνιό του. Ειρηνικώτατος και ευσεβέστατος, υπέμεινε τα πάντα χάριν του ποιμνίου του, αντιμετώπιζε με υπομονή τις θλίψεις και τούς πειρασμούς προσηλωμένος στην προσευχή, την νηστεία και την μελέτη της Αγίας Γραφής και των έργων των Πατέρων της Εκκλησίας.
Κοιμήθηκε ειρηνικά την Ε’ Κυριακή των Νηστειών, 6η Απριλίου 1964 και ενταφιάστηκε στο Κοιμητήριο των Αρχιερέων της Ι. Μ. Παναγίας Κερατέας, όπου το Παρεκκλήσιο του Αγ. Μόδεστου. Η εξόδιος ακολουθία τελέστηκε στην Ι. Μ. Παναγίας προεξάρχοντος του Μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αγαθαγγέλου, συμπαραστατουμένου υπό των Σεβασμιωτάτων Αρχιερέων πρώην Πατρών Ανδρέου, Κορινθίας Καλλίστου, Τρίκκης Βησσαρίωνος και Αττικής Μελετίου και 21 Ιερέων και Διακόνων. Τον επιτάφιο λόγο εξεφώνησε ο Πρωτοσύγκελλος Πρωθιερεύς Ευγένιος Τόμπρος.
Οι αυτάδελφοι Επίσκοποι Θηβών και Λεβαδείας Ιωάννης και Τρίκκης και Σταγών Βησσαρίων, το έτος 1953.

1955, Εσπερινός της Αγάπης στην Ι. Μ. Παναγίας Κερατέας. Προ της πύλης του παρθενώνος της Μονής διακρίνονται (από τα αριστερά) ο Ιερομόναχος Γρηγόριος Ρούσσης, μη αναγνωρίσιμος κληρικός και ο Ιερομόναχος Κάλλιστος, ο Ιεροδιάκονος Ταράσιος Καραγκούνης, οι Αρχιερείς Θεσσαλονίκης Δημήτριος, πρώην Πατρών  Ανδρέας, Τρίκκης Βησσαρίων, Θηβών Ιωάννης και Βρεσθένης Ματθαίος Β' και ο Ιεροδιάκονος Γαλακτίων Γκαμίλης.

Ο μακαριστός Επίσκοπος Ιωάννης στην Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας του έτους 1958. Καθήμενοι διακρίνονται από τα αριστερά οι Αρχιερείς πρώην Πατρών Ανδρέας, Κορινθίας Κάλλιστος, Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Αγαθάγγελος και Βρεσθένης Ματθαίος Β'. Όρθιοι διακρίνονται από τα αριστερά οι Αρχιερείς Θεσσαλονίκης Δημήτριος, Θηβών Ιωάννης και  Μεσσηνίας Γρηγόριος, ο Πρωθιερεύς Ευγένιος Τόμπρος και οι Αρχιερείς Αττικής Μελέτιος και Τρίκκης Βησσαρίων.

1964, Αφορισμός του Χιλιασμού (Ι. Ν. Αγίας Τριάδος Κ. Ηλιουπόλεως Αθηνών. Από τα αριστερά διακρίνονται  ο Ιερομόναχος Ταράσιος Καραγκούνης και οι Αρχιερείς Τρίκκης Βησσαρίων, Κορινθίας Κάλλιστος, πρώην Πατρών Ανδρέας, Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Αγαθάγγελος (αναγινώσκων τον αφορισμό), Θηβών Ιωάννης, Αττικής Μελέτιος και Μεσσηνίας Γρηγόριος. Αριστερά του Αρχιεπισκόπου ο Πρωθιερεύς Ευγένιος Τόμπρος.

 Ο σεπτός νεκρός επί θρόνου και πίσω καθήμενοι ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Αγαθάγγελος καί ο πρώην  Πατρών Ανδρέας.

2013/02/08

Ο Μητροπολίτης Βρεσθένης Ματθαίος Β'



Κατά κόσμον Σπυρίδων Λιγνός, γεννήθηκε το 1893 στο Αμαρούσιο Αττικής, καταγόμενος από παλαιά οικογένεια της πόλεως. Στη γεννέτειρά του παρακολούθησε τις εγκύκλιες σπουδές και κατόπιν φοίτησε στο Σχολαρχείο της εποχής του.
Το 1909, σε ηλικία 16 ετών, γνώρισε στο Ναό Αναλήψεως Παγκρατίου (μετόχι της Ιεράς Μονής Σίμωνος Πέτρας Αγίου Όρους), τον εφημέριο, τότε Ιερομόναχο καί επειτα Επίσκοπο Βρεσθένης και Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Ματθαίο  (+ 1950), με τον οποίο συνδέθηκε πνευματικά, ωστε να τον ακολουθήσει στην έρημο του Αγίου Όρους και να εγκαταβιώσει μαζί του στο ερημητήριο του Αγ. Μηνά Βίγλας. Εκεί αγωνιζόμενος δέχθηκε το Μεγάλο και Αγγελικό Σχήμα και το όνομα Νεκτάριος.
Στο ερημητήριο του Αγ. Μηνά έμεινε 23 ολόκληρα χρόνια, αγωνιζόμενος για την ψυχική του σωτηρία, εργαζόμενος την ξυλουργική τέχνη.
Το 1952, κατά την δεύτερη  ανασυγκρότηση της Ιεράς Συνόδου της Γνησίας Ορθοδόξου Εκκλησίας, κλήθηκε από την έρημο του Άθωνα στην «έρημο» του κόσμου, για να εξυπηρετήσει τον Αγώνα ως κληρικός και Επίσκοπος. Τον Μάρτιο του 1952 χειροτονήθηκε Διάκονος και Πρεσβύτερος και τον Ιούλιο του ιδίου έτους εξελέγη και χειροτονήθηκε Επίσκοπος Βρεσθένης, λαβών το όνομα του Γέροντα του Αρχιεπισκόπου Ματθαίου.
Ποίμανε την επαρχία του (ν. Λακωνίας) με νεανικό ζήλο και αυταπάρνηση, με κόπους και αγώνες ανεκδιήγητους. Για τον Επίσκοπο Ματθαίο τα όρια της ημέρας ήταν στενά και ανεπαρκή, γι’ αυτό μελετούσε και την νύκτα. Και στον κόσμο έμεινε πτωχός Αγιορείτης και για να μην επιβαρύνει κανένα με την παρουσία του, δημιούργησε στη γεννέτειρά του Αμαρούσιο ένα μικρό ησυχαστήριο προς τιμήν της Παναγίας Μυρτιδιωτίσσης, όπου και διέμενε.
Η ήδη κλονισμένη υγεία του επιδεινώθηκε τον Ιανουάριο του 1963. Απεβίωσε ειρηνικά την 21η του μηνός στο Νοσοκομείο  Άγ. Παύλος όπου μεταφέρθηκε συνεπεία καρδιακού επεισοδίου. Η εξόδιος ακολουθία του εψάλλη στην Ι. Μ. Παναγίας Κερατέας, χοροστατούντος του πρώην Μητροπολίτου Πατρών Ανδρέου, συμπαραστατουμένου υπό Αρχιερέων Θεσσαλονίκης Δημητρίου, Κορινθίας Καλλίστου, Θηβών Ιωάννου, Τρίκκης Βησσαρίωνος και Μεσσηνίας Γρηγορίου και άλλων κληρικών. Το επικήδειο εκφώνησε ο Πρωθιερεύς Ευγένιος Τόμπρος. Ενταφιάστηκε στο Κοιμητήριο των Αρχιερέων, στο Παρεκκλήσιο του Αγ. Μοδέστου.
Κατά την χειροτονία του Επισκόπου Τήνου Αγαθαγγέλου (1957), στο Παρεκκλήσιο του Αγ. Μηνά (Ι. Μ. Παναγίας Κερατέας). Από τα αριστερά διεκρίνονται ο Ιεροδιάκονος Γαλακτίων και οι Αρχιερείς Θεσσαλονίκης Δημήτριος, Σαλαμίνος Θεόκλητος (επί του θρόνου, προσφωνών τον χειροτονούμενο), πρώην Πατρών Ανδρέας, Τρίκκης Βησσαρίων και Βρεσθένης Ματθαίος Β'.

Ο μακαριστός Επίσκοπος Βρεσθένης Ματθαίος Β' κατά την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας του έτους 1957. Καθήμενοι διακρίνονται (από αριστερά) οι Αρχιερείς πρώην Πατρών Ανδρέας, Κορινθίας Κάλλιστος, Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Αγαθάγγελος και Βρεσθένης Ματθαίος Β'. Όρθιοι διακρίνονται (από αριστερά) οι Αρχιερείς Θεσσαλονίκης Δημήτριος, Θηβών Ιωάννης και Μεσσηνίας Γρηγόριος, ο Αρχιγραμματεύς Πρωθιερεύς Ευγένιος Τόμπρος και οι Αρχιερείς Αττικής Μελέτιος καιΤρίκκης Βησσαρίων.

1961, Πανήγυρις Ζωοδόχου Πηγής, στην Ι. Μ. Παναγίας Κερατεάς. Ο μακαριστός Επίσκοπος Βρεσθένης Ματθαίος Β' μετά του Αρχιεπισκόπου Αγαθαγγέλου και του Ιεροδιακόνου Γαλακτίωνος.


Από την κηδεία του Επισκόπου Βρεσθένης Ματθαίου Β'  διακρίνονται από τα αριστερά οι Αρχιερείς Θεσσαλονίκης Δημήτριος, Κορινθίας Κάλλιστος και Τρίκκης Βησσαρίων.

2013/02/01

Ο Μητροπολίτης Τριμυθούντος Σπυρίδων





Κατά κόσμον Γεώργιος Πάσιος, γεννήθηκε το 1888 στη Ζέλιτσα (Κυδωνία) Αιτολοακαρνανίας, όπου διδάχτηκε τα εγκύκλια γράμματα από τους ευλαβέστατους γονείς του Σπυρίδωνα Πάσιο και Μαρία(το γένος Νασιοπούλου), ανατράφηκε κατά το Αποστολικό  «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου» και γεννήθηκε μέσα του ο πόθος της μοναχικής αφιερώσεως. Έτσι το 1907 σε ηλικία μόλις 19 ετών πήγε στο Άγιο Όρος και εντάχθηκε στην αδελφότητα της Ιεράς Μονής Ξενοφώντος. Μετά από 14 χρόνια δοκιμασίας δέχθηκε το Μεγάλο και Αγγελικό Σχήμα με το όνομα Γεδεών, μάλιστα για την αρετή του αναδείχθηκε και Ηγούμενος της ιστορικής Μονής ηγουμενεύσας επί τριετία. 
Το 1924 το μνημόσυνο του καινοτόμου Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως τον ανάγκασε να αποχωρήσει απο την Μονή, μετά από 17 χρόνια διακονίας και ασκήσεως και να εγκαταβιώσει στα Καυσοκαλύβια όπου έζησε ερημιτικά  και υσηχαστικά για τρία χρόνια. Στην συνέχεια και για μια 7ετία έζησε ερημιτικά στο ασκητήριο του Οσίου Πέτρου του Αθωνίτου, στην έρημο του Αγίου Βασιλείου με πολλές δυσκολίες, σε τόπο σκληρό και αφιλόξενο.
Η αρετή και η συνέπειά του προς την Ομολογία της Γνήσιας Ορθοδοξίας τον έκαναν ευρύτατα γνωστό μεταξύ των Ζηλωτών Αγιορειτών Πατέρων του Άθωνα αλλά και στους αγωνιζόμενους στον κόσμο και έτσι το 1934 ο Ιερομόναχος και έπειτα Επίσκοπος Βρεσθένης και αργότερα Αρχιεπίσκοπος   Αθηνών Ματθαίος (+1950) τον κάλεσε κοντά του για να ενισχύσει τον υπέρ της Γνήσιας Ορθοδοξίας Αγώνα.Ο μοναχός Γεδεών υπάκουσε στην πρόσκληση αυτή και εντάχθηκε στην αδελφότητα της νεοσύστατης(1934) ανδρικής Μονής Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Κουβαρά, όπου ηγουμένευσε επί τριετία ως δεύτερος Ηγούμενος της ιστορικής Μονής μετά τον Λάκωνα Αρχιμανδρίτη Βίκτωρα Μπουλούκο (+1941)  
Το 1948 , κατα την πρώτη ανασυγκρότηση της Ιεράς Συνόδου της Γνήσιας Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ελλάδος από τον Επίσκοπο Ματθαίο  «ψήφω κλήρου και λαού» ο μοναχός Γεδεών εξελέγη Επίσκοπος Τριμυθούντος για την Εκκλησία της Κύπρου. Χειροτονήθηκε Επίσκοπος υπό μόνου του Επισκόπου Βρεσθένης Ματθαίου καθ υπέρβασιν του σχετικού Κανόνος  «δια το εμπερίστατον της Εκκλησίας» την 1η Σεπτεμβρίου 1948 στο Παρεκκλήσιο του Προφ. Ηλίου της Ι.Μ. Μεταμορφώσεως και έλαβε το όνομα Σπυρίδων , προς τιμήν του Αγίου Προκατόχου του στην Επισκοπική Έδρα Αγ. Σπυρίωνος.

Μετά την χειροτονία του ο Επίσκοπος Σπυρίδων πήγε στήν Κύπρο και εργάστηκε με ιδιαίτερο ζήλο και αυταπάρνηση για την διάδοση της Γνησίας Ορθοδόξου Ομολογίας και την οργάνωση της τοπικής Εκκλησίας. Χειροτόνησε 10 νέους κληρικούς, ίδρυσε μονές, εγκαινίασε Ναούς, κήρυττε, νουθετούσε, εξομολογούσε, αγρυπνούσε και κατάρτιζε το ποίμνιό του.
Η Εκκλησιαστική δραστηριότητα και η παρρησία του, τόσο απέναντι στη Νεοημ. Εκκλησία της Κύπρου, όσο και απέναντι στις Αγγλικές Αρχές κατοχής, είχε σαν αποτέλεσμα να απελαθεί από την Μεγαλόνησο και να επιστρέψει αναγκαστικά στην Ελλάδα, όπου όμως αντιμετώπισε τον μεγάλο διωγμό του καινοτόμου Αρχιεπ. Σπυρίδωνος Βλάχου (1951 – 1956).
Η σφοδρότητα του διωγμού υποχρέωσε τον Ιεράρχη να εγκαταβιώσει σε ένα ησυχαστήριο της περιοχής Κερατέας, με διακονητή τόν Μοναχό Πανάρετο. Εκεί κοιμήθηκε ειρηνικά την 18η Φεβρουαρίου 1963, σε ηλικία 75 ετών.
Η κηδεία του τελέστηκε στην Ι. Μ. Παναγίας Κερατέας την 20η Φεβρουαρίου, μετά από κατανυκτική αγρυπνία, χοροστατούντος του Μακ. Αρχιεπισκόπου Αθηνών Αγαθαγγέλου, συμπαραστατουμένου από μέλη της Ιεράς Συνόδου και όλους σχεδόν τούς Κληρικούς της Εκκλησίας Γ.Ο.Χ. Ελλάδος. Ενταφιάστηκε πίσω από το Καθολικό της Ι. Μ. Μεταμ. Σωτήρος Κουβαρά, της οποίας είχε διατελέσει Ηγούμενος.

Η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος κατά το 40ήμερο Μνημόσυνο του Αγίου Πατρός Ματθαίου.Διακρίνονται οι Αρχιερείς που ο ίδιος ο Άγιος Πατήρ είχε Χειροτονήσει: Θεσσαλονίκης Δημήτριος,Τριμυθούντος Σπυρίδων,Πατρών Ανδρέας και Κορινθίας Κάλλιστος. 

Από την Κηδεία του Μακαριστού Ιεράρχου Σπυρίδωνα.Διακρίνεται ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης  Ελλάδος Αγαθάγγελος και ο Πρωθιερεύς Ευγένιος Τόμπρος